387 total views

Μοιράζοντας το πιο σκληρό φορτίο

International Herald Tribune

Ο βετεράνος δημοσιογράφος Μάικ Γουάλας πέθανε πριν από λίγο καιρό στα 93 του, πιθανότατα από γεράματα, η ζωή του όμως μπορούσε να είχε τερματιστεί πριν από πολλά χρόνια. Ηταν ένας από τους πιο επιτυχημένους δημοσιογράφους της γενιάς του, αλλά για ένα διάστημα βίωσε ισχυρές αυτοκτονικές τάσεις· «χαμηλά, πιο κάτω κι από την κοιλιά ενός φιδιού», ήταν η περιγραφή του γι’ αυτό το συναίσθημα στην κατάθεσή του σε μια επιτροπή της Γερουσίας το 1996, με θέμα την ανάγκη για μεγαλύτερη ομοσπονδιακή χρηματοδότηση των ερευνών πάνω στην κατάθλιψη.

Οι νεκρολογίες για τον Γουάλας σημείωσαν ότι μοιράστηκε την εμπειρία της κατάθλιψης με δύο διάσημους φίλους του, τον αρθρογράφο και φημισμένο χιουμορίστα Αρτ Μπάτσγουολντ και τον μυθιστοριογράφο Ουίλιαμ Στάιρον. Στις συναντήσεις τους για αλληλοϋποστήριξη αυτοαποκαλούνταν «blues brothers». Τα βάσανα που περνούσαν απέδειξαν ότι το χρήμα και η δόξα όχι μόνο δεν προσφέρουν ανοσία κατά της μελαγχολίας, αλλά μπορεί να προσθέσουν σοβαρές επιπλέον πιέσεις.

Ο Αρτ Μπάτσγουολντ, ο οποίος είχε νοσηλευτεί δύο φορές για κατάθλιψη, είπε κάποτε αστειευόμενος ότι αντιστάθηκε στον πειρασμό της αυτοκτονίας επειδή φοβόταν ότι οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» δεν θα δημοσίευαν νεκρολογία του. Πέθανε από νεφρική ανεπάρκεια το 2007. Για τον Ουίλιαμ Στάιρον, η θέα των μαχαιριών στην κουζίνα τού προκαλούσε φόβο για το κακό που θα μπορούσε να κάνει στον εαυτό του. Ο συγγραφέας του δημοφιλούς μυθιστορήματος «Η εκλογή της Σόφι» περιέγραψε αυτούς τους φόβους σ’ ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο για την κατάθλιψη, με τίτλο «Ορατό σκοτάδι». «Η φρίκη της κατάθλιψης», έγραψε, «είναι τόσο εξουθενωτική που δεν περιγράφεται». Ο Στάιρον πέθανε από πνευμονία το 2006.

Η κατάθλιψη είναι μία νόσος που δεν έχει πλήρως κατανοηθεί. Οι γυναίκες φαίνεται να είναι πιο ευάλωτες σ’ αυτήν από τους άντρες. Η κληρονομικότητα διαδραματίζει κάποιο ρόλο, οι βιολογικοί παράγοντες επίσης. Το ίδιο και οι κοινωνικοοικονομικές εντάσεις, όπως τα συναισθήματα αναξιότητας που προκαλούνται από τη μακροχρόνια ανεργία. Η λύπη για τα βάσανα που βιώνει κανείς είναι φυσιολογική, κτισμένη στην ανθρώπινη υπόσταση, ενώ η κατάθλιψη μπορεί να σχετίζεται και με την υπερβολική ταύτιση με τις αγωνίες άλλων ανθρώπων. Η ενοχή και ο θυμός ενδέχεται να είναι εποικοδομητικά συναισθήματα, αλλά μπορούν επίσης να καταστρέψουν την αυτοεκτίμηση. Οπως έγραψε ο Φρόιντ: «Στο πένθος, ο κόσμος γίνεται φτωχός και άδειος· στη μελαγχολία, φτωχό και άδειο είναι το εγώ».

Ο Γουάλας, ο Μπάτσγουολντ και ο Στάιρον ενσάρκωσαν και οι τρεις την επίτευξη του αμερικανικού ονείρου. Το ότι, παρ’ όλ’ αυτά, πάλεψαν τόσο σκληρά με τη δυστυχία δίνει αφορμή για σκέψεις. Ποιο είναι το νόημα της επιτυχίας; Δεν φανταζόμαστε όλοι ότι η επίτευξη των επιθυμιών μας θα μας κάνει ευτυχισμένους; Θέλουμε την αγάπη των γονιών μας, την εκτίμηση των ομοτίμων μας, την ερωτική ανταπόκριση, τον πλούτο που θα μας προσφέρει ασφάλεια. Οι τρεις διάσημοι καταθλιπτικοί μας είχαν κερδίσει πολλά έπαθλα, ωστόσο βασανίζονταν από τον φόβο της πτώσης – ο ίδιος ο φόβος γινόταν τόσο πραγματικός που ανταγωνιζόταν την ίδια την πραγματικότητα. Ο Μαρκ Τουέιν είχε συλλάβει πολύ καλά το αυτοκαταστροφικό άγχος του καταθλιπτικού: «Είμαι μεγάλος άνθρωπος και έχω γνωρίσει πολλά βάσανα, αλλά τα περισσότερα ποτέ δεν συνέβησαν».

Είναι όμως η ευτυχία μόνο η απουσία φανταστικών φόβων; Κάποτε άκουσα τον ποιητή Ντόναλντ Χολ να προσδιορίζει την ευτυχία ως την εμπειρία της απορρόφησης: να σε συνεπαίρνει δηλαδή τόσο πολύ μια δραστηριότητα ή ένα σχέδιο –στην περίπτωσή του, το γράψιμο ενός ποιήματος– που να ξεχνάς όλα τα άλλα. Η απορρόφηση αυτή αντανακλά την ευχαρίστηση της ικανοποιητικής δουλειάς – και επίσης την ευφορία του έρωτα. Για ένα διάστημα, ξεχνιέσαι. Αυτή η απελευθέρωση από την αυτο-συναίσθηση φαίνεται να αποτελεί αντίδοτο στην υπερβολική προσήλωση στον εαυτό, η οποία, κατά ειρωνικό τρόπο, ίσως να είναι το πιο σκληρό φορτίο της κατάθλιψης.

Οταν ο Ουάλας, ο Μπάτσγουολντ και ο Στάιρον παραμέρισαν την οδυνηρή αυτοπροσήλωσή τους για να φέρουν την κατάθλιψή τους στο φως της δημόσιας συζήτησης, σκέφτονταν τους άλλους. Ηθελαν οι συμπάσχοντες να ξέρουν πως δεν είναι μόνοι· ότι η διαταραχή αυτή μπορεί να θεραπευτεί και ότι το αίσθημα απόγνωσης μπορεί να διαλυθεί. Μιλώντας για τη μελαγχολία τους, οι τρεις «blues brothers» κατάφεραν να της δώσουν μερικά γερά χτυπήματα.

*Πηγή : Καθημερινή