319 total views

Αυτή η άποψη ότι όλες οι μορφές ψυχοθεραπείας για τις ψυχικές ασθένειες είναι αποτελεσματικές, γνωστό και ως η ετυμηγορία του πουλιού ντόντο, έχει δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα.

«Όλοι κέρδισαν και όλοι πρέπει να πάρουν βραβεία» ανακοίνωσε ο Nτόντο στην Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων όταν του ζητήθηκε να αποφασίσει ποιός θα είναι ο νικητής σε έναν αγώνα γύρω από τη λίμνη. Όπως πρέπει να παίρνονται οι αποφάσεις, έτσι και αυτή, ήταν μια εξαιρετικά δίκαιη και αισιόδοξη απόφαση. Αλλά στο κόσμο της ψυχικής υγείας, η απόφαση του Nτόντο έχει καταλήξει να παραπέμπει σε έναν πικρό ανταγωνισμό ο οποίος εδράζει στην ουσία της ψυχοθεραπείας.

Η «ετυμηγορία του πουλιού Ντόντο», που προτάθηκε για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1930 από τον Αμερικάνο ψυχολόγο Saul Rosenzweig, προτείνει ότι οι διάφορες μορφές ψυχοθεραπείας είναι όλες ισάξια αποτελεσματικές. Δεν υπάρχει διαφορά εάν, για παράδειγμα, ένα ατόμο θεραπεύεται χρησιμοποιώντας τεχνικές της ψυχανάλυσης, της προγραμματιστικής νευρογλωσσολογίας, ή της Γνωσιακής-Γυμπεριφορικής θεραπείας (ΓΣΘ). Αυτό που πραγματικά βοηθάει έναν ασθενή στην ανάρρωση είναι απλοί παράγοντες, όπως η ευκαιρία που του δίνεται να συζητήσει για τις ανησυχίες του μαζί με έναν έμπειρο και συναισθητικό θεραπευτή ή ο βαθμός που είναι διατεθειμένος να δεσμευτεί στη θεραπευτική διαδικασία.

Χωρίς καμία αμφιβολία, η ετυμηγορία του πουλιού Ντόντο έχει ταράξει τα νερά του επαγγέλματος, και οδήγησε στη διεξαγωγή πολλών ερευνών οι οποίες στοχεύουν στην επιβεβαίωση ή απόρριψη αυτής της ιδέας. Είναι όντως κάποια είδη ψυχοθεραπείας πιο αποτελεσματικά από κάποια άλλα για συγκεκριμένες διαταραχές; Υπάρχουν άπειρα δεδομένα τα οποία προτείνουν ότι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ναι, σε αντίθεση με τη θεωρία του Rosenzweig που προτείνει ότι όλες οι ψυχοθεραπείες είναι ισάξιες. Από την άλλη τα δεδομένα αποτελεσματικότητας που έχουμε προέρχονται από τους υποστηρικτές της καλύτερης ψυχοθεραπείας οι οποίοι όμως αμφισβητούνται λόγω της πιθανής έλλειψης αντικεμενικότητάς τους.

Το γεγονός αυτό, κάνει τα αποτελέσματα μιας έρευνας (Poulsen, et al., 2014) πάνω στις διάφορες θεραπείες της βουλιμίας, η οποία εκδόθηκε αυτό το μήνα στο American Journal of Psychiatry, όλο και πιο πειστικά. Η βουλιμία χαρακτηρίζεται από επεισόδια υπερφαγίας, ακολουθούμενα από αντισταθμιστικές μεθόδους, όπως ο αυτοπροκαλούμενος εμετός, η λήψη καθαρτικών ή διουριτικών, η νηστία και/ή υπέρμετρη άσκηση. Αυτές τις συμπεριφορές συνοδεύει μια έντονη ανησυχιά που παρουσιάζει το άτομο για το σωματικό βάρος και σωματότυπό του.

Η βουλιμία είναι μια σχετικά κοινή διαταραχή. Μια μεγάλη έρευνα στις ΗΠΑ (Swanson, et al., 2011), για παράδειγμα, έδειξε ότι σχεδόν το 1% των εφήβων ηλικίας 13 με 18 ετών έχουν νοσήσει σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Πολλοί από αυτούς τους εφήβους ανέφεραν ότι η συγκεκριμένη διαταραχή τους εμπόδισε σε σημαντικό βαθμό να έχουν μια κανονική ζωή, και κατέστρεψε τη σχέση τους με την οικογένεια και τους φίλους τους. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι οι έφηβοι με βουλιμία ήταν πιο πιθανό να σκεφτούν, ή ακόμα και να αποπειραθουν, να αυτοκτονήσουν.

Λαμβάνοντας υπόψιν τον επιπολασμό και τις εν δυνάμει καταστροφικές συνέπειες της βουλιμίας, είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ποιά θεραπεία δουλεύει καλύτερα. Γι αυτό το λόγο, ερευνητές απο το πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης πρόσφατα συνέκριναν την αποτελεσματικότητα δύο γνωστών ψυχοθεραπειών, της Γνωσιακής – Συμπεριφορικής Θεραπείας και της ψυχανάλυσης. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν ήταν αξιοσημείωτα.

Στην έρευνα, 70 ασθενείς με βουλιμία χωρίστηκαν με τυχαίο τρόπο σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα έλαβε 2 χρόνια εβδομαδιαίας ψυχαναλυτικής θεραπείας (δηλαδή 104 συνεδρίες) και η άλλη ομάδα μόλις 10 συνεδρίες Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας οι οποίες πραγματοποιήθηκαν μέσα σε μία περίοδο 5 μηνών. Η κεντρική ιδέα της ψυχαναλυτικής προσέγγισης είναι ότι η βουλιμική συμπεριφορά αντιπροσωπεύει μια προσπάθεια ελέγχου προβλημάτων σε επίπεδο συναισθημάτων και επιθυμιών. Ο θεραπευτής βοηθάει τον θεραπευόμενο να μιλήσει γι αυτά τα θαμένα συναισθήματα και να καταλάβει πως σχετίζονται με τη βουλιμία. Και όταν το άτομο έχει μάθει να δέχεται και να διαχειρίζεται τις βαθύτερες επιθυμίες του, σύμφωνα με τη ψυχαναλυτική θεωρία, η δυστυχία εξαφανίζεται και μαζί της και τα συμπτώματα της βουλιμίας.

Η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία, από την άλλη πλευρά, επιγκεντρώνεται στα συμπτώματα αυτά καθεαυτά. Ο σκοπός είναι να σταματήσουν τα επεισόδια υπερφαγίας όσο το δυνατόν γρηγορότερο. Σύμφωνα με τους θεραπευτές της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας, η βουλιμία προέρχεται από την πεποίθηση ότι η αξία ενός ατόμου εξαρτάται από τις διατροφικές του συνήθειες, το σωματικό του βάρος και σωματότυπό του. Οι θεραπευτές δείχνουν στο άτομο πως να αναγνωρίσει και να αμφισβητήσει τέτοιες πεποιθήσεις, εξηγούν τον φαύλο κύκλο των επεισοδίων υπερφαγίας, και προωθούν πρότυπα συχνής διατροφής και πιο ρεαλιστικές και ευέλικτες διατροφικές οδηγίες. Δουλεύουν μαζί με τον ασθενή έτσι ώστε να καταστρώσουν σχέδια αντιμετώπισης στις περιπτώσεις που τα επεισόδια υπερφαγίας φαίνεται πιο πιθανό να συμβούν, και να μειώσουν την πιθανότητα υποτροπής.

Αν και οι συμμετέχοντες σε αυτή τη δανέζικη έρευνα έλαβαν θεραπείες που είχαν άνιση διάρκεια μεταξύ τους, αυτοί που έκαναν ψυχανάλυση είχαν μεγαλύτερης διάρκειας επαφή με τον θεραπευτή τους (2 χρόνια – 104 συνδρίες) από ότι αυτοί που ήταν στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (5 μήνες – 10 συνεδρίες), η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία φάνηκε πιο αποτελεσματική. Μετά από 5 μήνες και μόλις 10 συνεδρίες, το 42% των ατόμων της ομάδας Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας είχαν σταματήσει τα επεισόδια υπερφαγίας και τους εμμετούς. Γι αυτούς που είχαν λάβει ψυχανάλυση τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν μόνο 6%. Μετά από 2 χρόνια, το ποσοστό αυτών που ανήκαν στην ομάδα της ψυχανάλυσης και είχαν θεραπευτεί είχει αυξηθεί μόνο στο 15%. Και πάλι όμως αυτό το ποσοστό απήχε πολύ από την αντίστοιχη επιτυχία της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας μετά τα 2 χρόνια (44%), παρά το γεγονός ότι μέχρι τότε είχαν περάσει 19 μήνες από το τέλος της θεραπείας. Αυτή η δανέζικη έρευνα είναι αρκετά ελπιδοφόρα.

Όπως φαίνεται, η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία είναι δυνατόν να προκαλέσει σημαντικές βελτιώσεις σε πολλούς ανθρώπους με βουλιμία. Πέραν αυτού, η παρούσα έρευνα είναι ιδιαίτερα σημαντική επίσης γιατί οι κύριοι ερευνητές και θεραπευτές, Stig Poulsen και Susanne Lunn, δεν είναι ειδικοί στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία αλλά ειδικευμένοι στην ψυχανάλυση. Όχι μόνο η έρευνα διεξήχθη σε μια κλινική με εξειδίκευση στη ψυχανάλυση, αλλά και η πορεία της θεραπείας σχεδιάστηκε απο τους ίδιους ψυχαναλυτές.

Ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι οι θεραπευτές που έκαναν Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία έλαβαν μόνο δύο μέρες ειδικής εκπαίδευσης και τακτικής εποπτίας από μία παγκοσμίου φήμης Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεύτρια των διατροφικών διαταραχών και ήταν λιγότερο έμπειροι από αυτούς που ήταν υπέυθυνοι για την ψυχανάλυτική θεραπεία. Παρόλα αυτά, η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία ήρθε πρώτη με διαφορά. Όπως γράφτηκε σε ένα άρθρο (Hollon & Wilson, 2014) στο American Journal of Psychiatry, «επικροτούμε την ειλικρίνεια των πρωταρχικών ερευνητών σχετικά με την παρουσίαση των αποτελεσμάτων. Τα αποτελέσματα αυτά δεν πρέπει να ήταν κάτι το αναμενόμενο και πράγματι δεν ήταν αυτό που είχαν αρχικά υποθέσει».

Επομένως, όταν πρόκειται για την ψυχοθεραπεία, φαίνεται πως ο Ντόντο έκανε λάθος. Αν και οι βραχυπρόθεσμες θεραπείες μπορεί να έχουν παρόμοια αποτελέσματα για κάποιες ασθένειες, όπως είναι η κατάθλιψη, δεν θα έπρεπε να κάνουμε υποθέσεις σχετικά με το είδος της θεραπείας που λαμβάνουν οι ασθενείς και κατά πόσο αυτό ειναι ουσιαστικά σημαντικό ή όχι. Ανταυτού, πρέπει να αναγνωρίζουμε ότι κάποιες θεραπείες είναι καλύτερες από κάποιες άλλες για συγκεκριμένες διαταραχές. Πρέπει ακόμα να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για να τις εντοπίσουμε και να τις βελτιώσουμε, και τέλος να εξασφαλίσουμε ότι οι πιο αποτελεσματικές θεραπείες είναι εύκολα προσβάσιμες σε όλους αυτούς που τις χρειάζονται.

Πηγή: Daniel Freeman (καθηγητής κλινικής ψυχολογίας στο πανεπ/μιο της Οξφόρδης) & Jason Freeman (συγγραφέας σε θέματα ψυχολογίας), theguardian.com


Στην Ελλάδα υπάρχει εξειδικευμένο πρόγραμμα  Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας (https://cbt.bipolar.gr) για ένα εύρος ψυχικών διαταραχών το οποίο προσφέρεται από το γραφείο ψυχικής υγείας του Δρ. Ιωάννη Μάλλιαρη και Συνεργάτες (https://www.drmalliaris.com)
Μετάφραση άρθρου: Μυρτώ Φιλιόγλου, Ψυχολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης της ΕΔΟ.

Επιστημονική επιμέλεια: Δρ. Ιωάννης Μάλλιαρης, Ψυχολόγος, Διδάκτωρ Κλινικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, Επιστημονικός υπεύθυνος της ΕΔΟ.

Πηγή: Φιλιόγλου & Μάλλιαρης, 2014, maniokatathlipsi.gr . Ελεύθερη η αναδημοσίευση, ως έχει, με αναφορά στην πηγή.