421 total views

Η οριακή (ή μεταιχμιακή) διαταραχή της προσωπικότητας είναι μια ψυχική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μιας σειράς από στοιχεία προσωπικότητας τα οποία συνήθως αναφέρονται ότι προκαλούν πρόβλημα στη ζωή των ατόμων που τους χαρακτηρίζουν. Σε πολλά σημεία μοιάζει και με την διπολική διαταραχή και πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι είναι μια υποκλινική μορφή διπολικής διαταραχής.

Παρόλα αυτά η οριακή διαταραχή χαρακτηρίζεται και απο διαφορετικά στοιχεία από τη διπολική διαταραχή. Στο επίπεδο του συναισθήματος αυτά είναι ο συνεχόμενος φόβος εγκατάλειψης, η συναισθηματική αστάθεια, το αίσθημα κενότητας και ο θυμός. Στο επίπεδο της σκέψης η δυσκολία κατανόησης του εαυτού και δημιουργίας ταυτότητας, ο αυτοκτονικός ιδεασμός και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και ο παρανοϊκός ιδεασμός. Τέλος στο επίπεδο της συμπεριφοράς, η παρορμητικότητα, οι ασταθείς σχέσεις και συχνά η αυτο-τραυματική συμπεριφορά.

Η διάγνωση της οριακής διαταραχής (όπως και της διπολικής) έχει συσχετιστεί με βίαιη συμπεριφορά στη βιβλιογραφία. Ωστόσο οι ερευνητές μίας πρόσφατης μελέτης (Gonzalez και συνεργάτες, 2016) που εξέτασε το θέμα θεώρησαν ότι είναι δύσκολο να υποστηριχθεί με σιγουριά εάν η οριακότητα οδηγεί σε αύξηση της βίας ή αν αυτή η βία προέρχεται από άλλες συνυπάρχουσες διαταραχές. Αυτές που έχουν αναφερθεί είναι η αντικοινωνική (παραβατική – ψυχοπαθητική) διαταραχή της προσωπικότητας, οι αγχώδεις διαταραχές, η κατάχρηση ουσιών, η παρανοειδής διαταραχή προσωπικότητας, η διπολική διαταραχή και η ψύχωση.

Σε αυτή τη μελέτη που έγινε στη Μεγάλη Βρετανία μελετηθήκαν όλα τα παραπάνω θέματα εξετάζοντας εκτενώς ένα μεγάλο δείγμα ανθρώπων με οριακή προσωπικότητα. Επιπλέον, τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά της οριακής διαταραχής εξετάσθηκαν απομονωμένα ώστε να εξακριβωθεί, σε περίπτωση σύνδεσης της οριακότητας με τη βία, ποιά χαρακτηριστικά ευθύνονται για αυτό το αποτέλεσμα. Συνυπολογίστηκαν ως παράμετροι το φύλο, η ηλικία, η οικογενειακή κατάσταση, η κοινωνική τάξη και η ύπαρξη άλλων συνυπάρχουσων διαταραχών, οι οποίες εξετάσθηκαν και συνδυαστικά με την ύπαρξη της οριακότητας αλλά και ανεξάρτητα.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, ανεξαρτήτως διάγνωσης, οι ανύπαντροι ή σε διάσταση άντρες που άνηκαν σε κατώτερες κοινωνικές τάξεις επέδειξαν τη μεγαλύτερη συχνότητα στη χρήση βίας, καθώς και τη μεγαλύτερη ποικιλία στον τύπο των θυμάτων και τις σχέσεις που είχαν προηγουμένως με τα θύματα. Αντιθέτως, οι γυναίκες επέδειξαν μεγαλύτερα ποσοστά απομονωμένης βίας προς τους ερωτικούς τους συντρόφους, σε συνδυασμό με υψητότερο ρίσκο τραυματισμού των ίδιων, κάτι που πιθανώς σημαίνει ότι η βία στις σχέσεις είναι αμφίδρομη και ότι τα χαρακτηριστικά του ενός συντρόφου επηρεάζουν τα χαρακτηριστικά του άλλου. Επιπλέον, τα άτομα άνω των 34 ετών και τα άτομα με εθνικότητα της ινδικής υποηπείρου ήταν λιγότερο πιθανό να προβούν σε βία οποιουδήποτε είδους. Τέλος, σε αντίθεση με τις άλλες διαταραχές που εξετάστηκαν, η παρουσία θετικών συμπτωμάτων ψύχωσης φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο βίας.

Επιβεβαιώνοντας την αρχική υπόθεση των ερευνητών, οι πιο σοβαρές μορφές βίας, καθώς και η επαναλαμβανόμενη χρήση βίας, συνδέθηκε με άλλες συννοσηρότητες των οριακών ασθενών, και ιδιαίτερα με την αντικοινωνική (ψυχοπαθητική) διαταραχή της προσωπικότητας. Επιπλέον, η επήρεια ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ συνδέθηκε με τον κίνδυνο επαναλαμβανόμενης βίας, σοβαρής και μη. Η οριακότητα συνδέθηκε μόνο με τη χρήση βίας στο σπίτι και στους ερωτικούς συντρόφους. Είναι πιθανό, η οριακότητα και η βίαιη συμπεριφορά να έχουν ορισμένους κοινούς παράγοντες κινδύνου, όπως οι προαναφερθείσες ψυχικές διαταραχές, η απουσία ερωτικού συντρόφου και η κατάχρηση ουσιών.

Εξετάζοντας την οριακότητα και τα χαρακτηριστικά της, φάνηκε ότι όσο πιο βαριάς μορφής ήταν η διαταραχή, τόσο περισσότερα ήταν τα βίαια περιστατικά, ένα φαινόμενο που ήταν σημαντικά πιο έντονο στις γυναίκες. Τα χαρακτηριστικά της παρορμητικότητας και του θυμού αύξαναν σημαντικά την πιθανότητα της χρήσης βίας ενάντια στους ερωτικούς συντρόφους, καθώς και την πιθανότητα επαναλαμβανόμενης και σοβαρής βίας. Ο φόβος της εγκατάλειψης αύξανε τις πιθανότητες για βίαιη συμπεριφορά με αποκλειστικά θύματα γνωστούς ή συντρόφους του ατόμου, σχεδόν πάντα προκαλούμενη από την υποκειμενική αντίληψη απόρριψης. Τα αυξημένα επίπεδα άγχους που συνόδευαν το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό υποστηρίζουν τη θεωρία ότι το βίαιο άτομο πιθανώς βίωσε σχέσεις που χαρακτηρίζονταν από ανασφάλεια και άγχος με τους κηδεμόνες του κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής και μεταβίβασε ακούσια αυτό το μοτίβο σχέσεων στην ενήλικη ζωή του με το δυσμενές αποτέλεσμα να εξωτερικεύσει αυτή την αυξημένη ανασφάλεια βίαια υπό στρεσσογόνες συνθήκες.

Οι ασταθείς σχέσεις φάνηκαν να αυξάνουν την πιθανότητα βίας από γυναίκες αλλά όχι από άντρες. Οι γυναίκες με το χαρακτηριστικό αυτό ήταν πιο πιθανό να καταφύγουν στη βία με μικρές συνέπειες και τέσσερις φορές πιο πιθανό να ασκήσουν βία απέναντι στον ερωτικό τους σύντροφο, κάτι που ίσως εξηγεί την αυξημένη πιθανότητα βίαιης συμπεριφοράς που έδειξαν τα εν διαστάση άτομα. Από την άλλη, το χαρακτηριστικό του παρανοϊκού ιδεασμού επηρέασε τους άντρες σε όλες τις παραμέτρους της βίαιης συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανόμενης της επαναλαμβανόμενης και σοβαρής βίας και της βίας κατά τον ερωτικό σύντροφο. Πιθανολογείται ότι αυτή η βία υφίσταται λόγω των καταδιωκτικών ιδεών του ατόμου ή εκφράζεται σε επεισόδια υπερβολικής ερωτικής ζήλειας. Αυτή η σύνδεση είναι συμβατή με το προφίλ των αντρών που ασκούν ενδοοικογενειακή βία ως βίαιοι άντρες με προβλήματα στη σύναψη και το χειρισμό σχέσεων, μισογυνικές αντιλήψεις και υπερβολική ζήλεια. Έχει προταθεί ότι οι εν λόγω άντρες ίσως έχουν βιώσει κάποιο τραύμα ή κακοποίηση νωρίς στη ζωή, το οποίο συντέλεσε στην τωρινή ανεξέλεγκτη συμπεριφορά τους.

Τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της οριακότητας δεν φάνηκαν να συνδέονται με τη βία οποιουδήποτε είδους, ενώ η δυσκολία εύρεσης ταυτότητας φάνηκε να έχει ανασταλτική δράση. Τα συμπτώματα της αυτοκτονικής συμπεριφοράς, της συναισθηματικής αστάθειας και του αισθήματος κενότητας, τα οποία αποτελούν την καταθλιπτική διάσταση της οριακής διαταραχής, δεν ήταν συσχετισμένα με αύξηση της βίας.

Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας είναι σημαντικά καθώς διευκρινίζουν τις καταστάσεις και τα χαρακτηριστικά της οριακότητας που μπορεί να οδηγήσουν στη βίαιη συμπεριφορά και ξεκαθαρίζουν την ακριβή σχέση της οριακής διαταραχής με τη βία. Το εύρημα ότι η άσκηση βίας στους οριακούς ασθενείς είναι πιο απομονωμένη και περιορισμένη, από ότι υποστήριξαν προηγούμενες έρευνες, είναι σημαντικό για την καταπολέμηση του στίγματος που συχνά βιώνουν τα οριακά άτομα.


– Συγγραφή άρθρου: Ηλέκτρα Μπότση, Ψυχολόγος, Μέλος συνεργάτης της ΕΔΟ.
– Επιστημονική επιμέλεια: Δρ. Ιωάννης Μάλλιαρης, Ψυχολόγος, Διδάκτωρ Κλινικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, Επιστημονικός υπεύθυνος της ΕΔΟ.

Πηγή: Μπότση & Μάλλιαρης (2016) Είναι τα άτομα με οριακή διαταραχή προσωπικότητας πιο επιρρεπή στη βία; maniokatathlipsi.gr .

Ελεύθερη η αναδημοσίευση, ως έχει, με αναφορά στην πηγή.

González, R. A., Igoumenou, A., Kallis, C., & Coid, J. W. (2016). Borderline personality disorder and violence in the UK population: categorical and dimensional trait assessment. BMC psychiatry, 16(1), 1.